Ως θεραπεία από την ηρωίνη λογίζεται η επίτευξη ολικής αποχής από την ουσία είτε παντελώς είτε με ελεγχόμενη χρήση υποκαταστάτων.
Α) Ελεγχόμενη χρήση υποκαταστάτων : είναι η μέθοδος που προτιμάται από τους προς τούτο εντεταλμένους κρατικούς φορείς. Στα υπέρ της το σταμάτημα της παραβατικής συμπεριφοράς του χρήστη σαν συνέπεια εμπλοκής του σε παράνομες δραστηριότητες και η αποφόρτιση του νομικού συστήματος. Σταματά επίσης η εξάπλωση σοβαρότατων νοσημάτων λόγω του μοιράσματος συνέργων ενδοφλέβειας χρήσης (ΗCV, HIV κτλ.) και κατά συνέπεια τα υπέρογκα κόστη που επωμίζεται η πολιτεία περιορίζονται κατά πολύ τόσο στον ιατρικό όσο και στον ποινικό τομέα. Ψυχολογική θεραπεία όμως δεν επιτυγχάνεται λόγω της συνέχισης χρήσης με λιγότερο επιζήμιο τρόπο.
Β) Για την επίτευξη ολικής αποχής, η θεραπεία, λόγω του υψηλού κινδύνου υποτροπής συνεπεία της συναισθηματικής έντασης που προκαλεί η απουσία της ουσίας στον εξαρτημένο χρήστη μετά την αποτοξίνωση, προτείνεται η για κάποιο χρονικό διάστημα παραμονή του σε χώρο ασφαλή από χρήση (θεραπευτικό κέντρο) έως ότου επέλθει εξοικείωσή του με τον συναισθηματικό του κόσμο. Το διάστημα αυτό (κλειστή θεραπεία) διαφέρει από χρήστη σε χρήστη. Για αυτό είναι απαραίτητη η αξιολόγηση των πραγματικών αναγκών του ατόμου προς επίτευξη του αναρρωτικού στόχου.